Κάρολαϊν Ο’Ντόνοχιου, Όλα μας τα κρυφά χαρίσματα (βιβλίο 1)

Η Ελένη Κατσαμά συνομιλεί με την Κάρολαϊν Ο’Ντόνοχιου με αφορμή την έκδοση του μυθιστορήματός της με τίτλο Όλα μας τα κρυφά χαρίσματα.

 

Μόλις κυκλοφόρησε η ελληνική έκδοση του Όλα μας τα κρυφά χαρίσματα, ενός μυθιστορήματος που πραγματεύεται με άνεση σύγχρονα θέματα που αποτελούν ταμπού. Πώς προέκυψε η ιστορία και πώς ήταν η εμπειρία της συγγραφής του βιβλίου;

Το Όλα μας τα κρυφά χαρίσματα είναι το τρίτο μου μυθιστόρημα, αλλά το πρώτο μου για εφήβους. Άρχισα να το δουλεύω σε μία εξαιρετικά αναστατωμένη περίοδο της ζωής μου, τόσο στον προσωπικό όσο και στον επαγγελματικό τομέα: είχα μόλις χάσει δύο συγγραφικές συνεργασίες, ήμουν απένταρη και είχα να αντιμετωπίσω μια σοβαρή ασθένεια στην οικογένεια. Στο Όλα μας τα κρυφά χαρίσματα έλαχε μια μεγάλη αποστολή – να με διασώσει οικονομικά και ταυτόχρονα να με αποσπάσει από τη μιζέρια μου. Τα κατάφερε και τα δύο, και είμαι πολύ ευγνώμων για αυτό.

Ξαναζούσες τα χρόνια της εφηβείας σου όταν έγραφες αυτό το βιβλίο;

Ναι, πολύ. Ζω στο Λονδίνο, αλλά το 2019 βρέθηκα ξανά στην πόλη όπου μεγάλωσα, λόγω της ασθένειας της αδελφής μου. Ήταν το μεγαλύτερο διάστημα που είχα περάσει στο σπίτι εκείνο από τότε που μετανάστευσα, σε ηλικία 21 ετών, το 2011. Μετανάστευσα μόνη μου, και για αυτό ποτέ δε σκέφτομαι πάρα πολύ τη δική μου νεότητα. Νομίζω ότι ουσιαστικά αναπολείς πράγματα μόνο αν έχεις ανθρώπους με τους οποίους μπορείς να το κάνεις αυτό, ανθρώπους που ήταν μαζί σου όταν συνέβαιναν αυτά τα πράγματα. Εγώ δεν το είχα αυτό ποτέ στο Λονδίνο· άρχιζα λίγο πολύ τη ζωή μου απ’ την αρχή εκεί. Επιστρέφοντας λοιπόν στο Κορκ για κάμποσες εβδομάδες, περνώντας χρόνο στα μέρη όπου ζούσα και δούλευα και είχα τις παρέες μου, περπατώντας μόνη μου επί ώρες, όλες αυτές οι αναμνήσεις μού ήρθαν πάλι στο μυαλό. Συνειδητοποίησα πόσο καταπληκτική εφηβεία είχα περάσει: την τεράστια αίσθηση ελευθερίας που ένιωθα, τα συγκροτήματα που είχαμε, τη μουσική που παίζαμε, τα πάρτι, τα λάιβ, το ποτάμι, την αρχιτεκτονική. Είναι εν πολλοίς ένα ερωτικό γράμμα στην πόλη του Κορκ όπου μεγάλωσα.

Έχεις γράψει ένα γοητευτικό βιβλίο, εμπνευσμένο από τις ιρλανδικές λαϊκές παραδόσεις, εμποτισμένο με φόβους και αλήθειες. Κάπως έτσι μοιάζει η μετάβαση στην ενηλικίωση; Μια τρομακτική αναζήτηση για τις προσωπικές μας αλήθειες;

Νομίζω ότι η εφηβεία είναι μία αργή, οδυνηρή, τρομακτική περίοδος, όπου πολλές από τις παραδοχές σου για τον εαυτό σου και για τον κόσμο επανακαθορίζονται. Νομίζω πως ως παιδιά είμαστε τρομερά φιλόδοξα: νομίζουμε ότι θα γίνουμε διάσημοι, νομίζουμε ότι θα γίνουμε αστροναύτες, νομίζουμε πως είμαστε το κέντρο του σύμπαντος. Είδα μια ανάρτηση στο Twitter πρόσφατα που με έκανε να γελάσω. Έλεγε περίπου το εξής: «Η εξάχρονη κόρη μου είπε ότι ήθελε να γίνει νευροχειρουργός όταν μεγαλώσει. Της είπα ότι θα χρειαστεί να διαβάσει πολύ, να πάει στην ιατρική, να περάσει εξετάσεις ειδικότητας. Μου απάντησε: ε, καλά, τρία πράγματα μόνο είναι». Μου άρεσε πάρα πολύ, γιατί δείχνει με απόλυτη ακρίβεια πόσο υπερφίαλα και ξεροκέφαλα είμαστε ως παιδιά. Έτσι ήμουν κι εγώ. Ήθελα να γίνω διάσημη συγγραφέας, και ήμουν σίγουρη ότι θα γινόμουν.

Όταν έφτασα στην εφηβεία, έγινα βαθιά ανασφαλής και συνειδητοποιούσα όλο και περισσότερο ότι ήμουν ένα τίποτα. Ο κόσμος μού φαινόταν αδιανόητα μεγάλος, υπήρχαν ήδη τρομερά πολλά βιβλία, κι εγώ ήμουν απλώς μια αδιάφορη έφηβη από τα προάστια που συμπεριφερόταν αδέξια στα πάρτι. Νομίζω πως είναι κοινό αυτό. Νομίζω ότι η εφηβεία συχνά πάει μαζί με τη συνειδητοποίηση του πόσο ασήμαντος κόκκος σκόνης είσαι μέσα στον τεράστιο κόσμο, και τότε είναι που γενικά σε καταλαμβάνει μια αίσθηση μηδενισμού. Πέφτεις σε μια νάρκωση αδιαφορίας, που είναι ένας αμυντικός μηχανισμός απέναντι στην απογοήτευσή σου. Με λίγη τύχη, μπορεί να συνειδητοποιήσεις τελικά ότι, παρόλο που είσαι ένας μικροσκοπικός κόκκος σκόνης, έχεις καθήκον απέναντι στον εαυτό σου και στον κόσμο να κάνεις κάτι σημαντικό, να κάνεις αυτό που μπορείς να κάνεις, να προσπαθήσεις πραγματικά για κάτι ξέροντας καλά ότι μπορεί να αποτύχεις. Με μια έννοια, αυτό είναι το ταξίδι που ξεκινάει η Μέιβ, νομίζω.

Χρησιμοποίησες τον μυστικισμό ως όχημα για να δημιουργήσεις ένα γοητευτικό και μυστηριώδες μυθιστόρημα ή πιστεύεις ότι υπάρχει ένας άυλος κόσμος δίπλα στον υλικό που μας περιβάλλει και που τον ξυπνούν οι επιθυμίες μας;

Εξαρτάται ποια μέρα με ρωτάς. Κάποιες μέρες μού φαίνεται πως η μαγεία είναι απλώς ένα εργαλείο που χρησιμοποιώ στη μυθοπλασία μου· άλλες μέρες είμαι πεπεισμένη ότι υπάρχουν φαντάσματα, ότι οι κατάρες πιάνουν, ότι υπάρχουν χιλιάδες λεπτές αόρατες κλωστές που κρατάνε το σύμπαν στη θέση του και ότι μερικές φορές οι άνθρωποι είναι σε θέση να τις κουμαντάρουν. Δεν έχω σταθερές πεποιθήσεις και αυτό κάνει τη ζωή μου πολύ ενδιαφέρουσα. Είμαι πολύ ανοιχτή στο θαύμα.

Όλο και περισσότεροι έφηβοι αναρωτιούνται για την ταυτότητα του φύλου τους. Κατά τη γνώμη σου γιατί συμβαίνει αυτό;

Αυτό είναι τεράστιο ερώτημα και δε νομίζω ότι μπορώ να το απαντήσω πλήρως. Αλλά, κατ’ αρχάς, νομίζω ότι η κοινωνία μας έχει μια εμμονή με το φύλο, εκατοντάδες χρόνια τώρα. Δεν εννοώ απλώς τις θεμελιώδεις ανισότητες μεταξύ των φύλων· εννοώ ότι ζούμε σε έναν κόσμο που έχει εμμονή με τα αισθητικά και τα άλλα χαρακτηριστικά των φύλων. Αυτό το πράγμα είναι κυριολεκτικά συνυφασμένο με τον ιστό της κοινωνίας μας. Δείτε τα πουκάμισα, για παράδειγμα. Τα κουμπιά των ανδρικών πουκαμίσων είναι συνήθως στη δεξιά πλευρά, των γυναικών στην αριστερή. Αυτό είναι κατάλοιπο από την εποχή που οι γυναίκες είχαν υπηρέτριες που τις έντυναν. Οι περισσότεροι άνθρωποι ντύνονται μόνοι τους τώρα, και συνήθως δεν έχουμε υπηρέτες, αλλά αυτή η μικρή παραξενιά εξακολουθεί να υφίσταται. Νομίζω ότι μπορούμε να πούμε πως ολόκληρος ο κόσμος μας είναι διαμορφωμένος έτσι· παλιά κατάλοιπα από παλιά συστήματα που δεν έχουν νόημα πια, αλλά τα κρατάμε γιατί είναι αυτά που ξέρουμε. Νομίζω πως ήταν πάντα δουλειά των νέων ανθρώπων να ασκούν κριτική στην κοινωνία που έχουμε κληρονομήσει, και το φύλο παίζει τεράστιο ρόλο ως προς αυτό για τη δική μας γενιά.

Τα τρανς άτομα λένε συχνά «Ήξερα πάντα ότι ήμουν διαφορετική, μόνο που δεν είχα τη γλώσσα για να το εκφράσω». Νομίζω ότι αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τα μη δυαδικά άτομα. Νομίζω ότι τα κοινωνικά δίκτυα έχουν βοηθήσει πολλά τρανς άτομα να συναντηθούν και να φτιάξουν διαδικτυακές κοινότητες, πράγμα που έχει εμπλουτίσει τη γλώσσα των έμφυλων ταυτοτήτων, και αυτό με τη σειρά του έχει φέρει τη συζήτηση αυτή περισσότερο στο προσκήνιο. Για αυτό θεωρώ ότι είναι τόσο σημαντικό να θέτουν τα μέσα ενημέρωσης αυτά τα ζητήματα σε σωστό πλαίσιο και να αποφεύγουν την τακτική των «τσιτάτων» του εύκολου εντυπωσιασμού. Όσο περισσότερο μιλάμε και τιμάμε την τρανς ταυτότητα, τόσο περισσότεροι άνθρωποι θα μπορούν να αναγνωρίσουν τον εαυτό τους, και τόσο περισσότερους ευτυχισμένους τρανς ανθρώπους θα έχουμε τελικά.

Πιστεύεις ότι η διαφορετικότητα προξενεί βίαιες αντιδράσεις;

Κάποιες φορές, ναι. Νομίζω πως η βία έχει διαφορετικούς και μερικές φορές αδιόρατους τρόπους έκφρασης. Το βλέπουμε αυτό με τον Άριαν στο βιβλίο. Εκπροσωπεί μία ακραία ομοφοβική κοσμοαντίληψη, που δεν τη συμμερίζονται οι περισσότεροι άνθρωποι, παρ’ όλα αυτά κανάλια εθνικής εμβέλειας τον βγάζουν στον αέρα. Το συναντάμε αυτό πολύ στη ζωή: δίνεται βήμα σε κάποιον «ακραίο», εν μέρει επειδή ο κόσμος έχει περιέργεια, εν μέρει επειδή αναγνωρίζει τις δικές του προσωπικές προκαταλήψεις σε αυτό. Ίσως δε συμφωνούν για τη «θεραπεία» των ομοφυλόφιλων ατόμων, αλλά κάπου σκέφτονται κιόλας «εντάξει, αυτή η ιστορία με τα ΛΟΑΤΚΙ άτομα έχει ξεφύγει τελείως, δε με νοιάζει η σεξουαλική σου ζωή, αλλά μη μου τη μοστράρεις και κατάμουτρα». Βλέπουν ανθρώπους σαν τον Άριαν και είναι απ’ τη μια μεριά ευγνώμονες που δεν είναι ακραίοι σαν αυτόν και απ’ την άλλη τους αρέσει που το μίσος του τους δίνει την άδεια να εκφράζουν το δικό τους. Αυτός νομίζω ότι είναι ο πιο ύπουλος τρόπος με τον οποίο η βία εισχωρεί τώρα στην κουλτούρα μας: σταδιακά, μέσω χαρισματικών ανθρώπων που φυτεύουν τους σπόρους μιας ιδεολογίας της βίας, υπαινισσόμενοι ότι είναι αποδεκτό να μισούμε ορισμένες μειονότητες.

Το Όλα μας τα κρυφά χαρίσματα έχει μεταφραστεί και θα εκδοθεί σε πολλές χώρες. Το περίμενες κάτι τέτοιο;

Ποτέ! Με τα προηγούμενα δύο βιβλία μου για ενηλίκους η μετάφραση προχωράει πολύ αργά. Νομίζω πως η αγορά του βιβλίου για εφήβους είναι μεγαλύτερη παγκοσμίως, νομίζω πως οι νέοι άνθρωποι είναι πολύ περίεργοι να μάθουν για άλλους εφήβους από άλλες κουλτούρες, με έναν τρόπο που οι ενήλικοι συχνά δεν είναι. Με έχει κατενθουσιάσει αυτό.

Υπάρχει κάποιο συγκεκριμένο μέρος του κόσμου όπου θα ονειρευόσουν να εκδοθεί το βιβλίο σου;

Θα μου άρεσε πολύ να το δω σε μορφή μάνγκα στην Ιαπωνία!