Μαμά μου

Γράφει η Ιωάννα Μπαμπέτα

 

«Μαμά» ήταν η πρώτη λέξη που είπα. Και αυτή τη λέξη τη χρησιμοποιούσα κάθε μέρα πολλές φορές. Πάρα πολλές. Εγώ τη φώναζα μαμά κι εκείνη με φώναζε «μπελά».

Πόσο τη θαύμαζα τη μαμά μου! Όταν ερχόταν στο σχολείο να ρωτήσει τους δασκάλους για την πρόοδό μου, ήξερα πως ήταν η ωραιότερη και καμάρωνα. Πολλές φορές, όταν ήμουν μικρή, έκανα πως ήμουν άρρωστη γιατί μου άρεσε να κάθομαι σπίτι να με φροντίζει. Να μου φέρνει χαμομήλι, να πιάνει το μέτωπό μου και να με χαϊδεύει. Τα φαγητά που μαγείρευε ήταν τα πιο νόστιμα και προσπαθώ τώρα να τα φτιάξω κι εγώ. Τα μελομακάρονα και τα τσουρέκια της ήταν τα καλύτερα.

Με καλομάθαινε, αλλά με μάλωνε κιόλας. Στεκόταν πάντα δίπλα μου, σταθερή σαν βράχος. Στις στεναχώριες μου ήταν ακλόνητη κι ας στεναχωριόταν κι εκείνη. Με τις χαρές και τις επιτυχίες μου χαιρόταν διπλά, μπορεί και δεκαπλά!

Ναι, τη μαμά μου την αγαπούσα πολύ και της το έλεγα. Όταν μου λένε πως της μοιάζω, γλυκαίνει το μέσα μου.

Στην ηλικία που είμαι τώρα, εκείνη ήταν ήδη γιαγιά. Πόσο περίεργο! Στα μάτια μου φάνταζε πολύ μεγάλη, γιατί ήταν η μαμά μου και οι μαμάδες φαίνονται πάντα μεγάλες στα μάτια των παιδιών τους. Όμως εγώ δεν αισθάνομαι μεγάλη. Σίγουρα όμως μεγάλη με βλέπουν τα παιδιά μου. Εκείνη άραγε αισθανόταν μεγάλη; Μάλλον όχι.

Ναι, τη μαμά μου την αγαπούσα πολύ και τα τελευταία χρόνια, αν και δεν την έχω δίπλα μου, προσπαθώ να τη γνωρίσω καλύτερα. Περίεργο, αλλά είναι η αλήθεια.

Η μαμά μου υπήρχε και πριν γεννηθώ και πριν παντρευτεί τον μπαμπά μου. Φυσικά το γνώριζα αυτό, όμως δεν είχα ασχοληθεί να μάθω τα πάντα για εκείνη. Για την τότε ζωή της. Τότε που τη φώναζαν όλοι με το όνομά της και δεν υπήρχε κάποιος να τη λέει μαμά. Ίσως κατά βάθος να ήμουν εγωίστρια και να ήθελα η ύπαρξή της να ξεκινά με τη γέννηση τη δική μου. Έτσι δεν είναι όλα τα παιδιά;

Όταν, λοιπόν, τα τελευταία χρόνια άρχισα να σκαλίζω τη μνήμη μου, θυμήθηκα πολλά για εκείνη και τα έβαλα σε μια σειρά. Αυτές οι γλυκές αναμνήσεις, οι μικρές και μεγάλες στιγμές, οι αφηγήσεις κάποιων σχημάτισαν μια νέα μορφή της μαμάς μου. Λίγο πιο ολοκληρωμένη. Και είναι μια μορφή χρωματιστή και ολοζώντανη. Άλλωστε οι μαμάδες ζουν για πάντα!

Θυμήθηκα πως σιχαινόταν το ψάρι κι ας με πίεζε εμένα να τρώω. Της άρεσε να ακούει μουσική κι έγραφε τα λόγια από τα αγαπημένα της τραγούδια για να τα μάθει. Βρήκα αυτά τα χαρτιά και τα φυλάω σαν θησαυρό. Ήθελε πάντα να είναι κοντά στη θάλασσα, να κολυμπά αλλά και να την κοιτά.

Τα τελευταία χρόνια πέρασα πολλές ώρες κοιτάζοντας τις παλιές φωτογραφίες της. Την είδα να κάθεται σαν παιδί έξω από το παντοπωλείο τρώγοντας παγωτό. Να χορεύει ξένοιαστη σαν νεαρή κοπέλα σε πανηγύρια. Να κάνει ηλιοθεραπεία με μπικίνι. Ήταν τόσο όμορφη! Ανακάλυψα πολλά σε αυτές τις φωτογραφίες για τη μαμά μου, για τότε που δεν ήταν ακόμα μαμά.

Βρήκα κι ένα βιβλίο με ποιήματα του Καρυωτάκη στο ντουλάπι της, με υπογραμμισμένους τους στίχους

Όλα έπρεπε να γίνουν.
Μόνο η νύχτα δεν έπρεπε
γλυκιά έτσι τώρα να ’ναι…


Τι σκεφτόταν άραγε η μαμά μου, η υπέροχη μαμά μου, τα βράδια όταν ήταν παιδί, όταν ήταν νέα, όταν ήταν στην ηλικία μου, αλλά και αργότερα; Ίσως σαν μαμά να σκεφτόταν τον «μπελά της». Τι άλλο όμως σκεφτόταν; Και πριν από εμένα; Μακάρι να την είχα ρωτήσει. Εσείς να ρωτήσετε τη δικιά σας.

Η μαμά μου, η γλυκιά μαμά μου σήμερα που γράφω αυτά τα λόγια θα είχε γενέθλια. Δεν μπορώ να την έχω δίπλα μου, την έχω όμως μέσα μου και νιώθω πως την αγαπώ περισσότερο από ποτέ. Νιώθω πως τη γνωρίζω λίγο καλύτερα πλέον και σήμερα νομίζω πως την καταλαβαίνω. Την καταλαβαίνω γιατί είμαι σαν τη μαμά μου. Είμαι η μαμά μου.

Η Ιωάννα Μπαμπέτα είναι κοινωνική ανθρωπολόγος και βραβευμένη συγγραφέας. Μπορείτε να δείτε την εργογραφία της εδώ.

Το βιβλίο της Η καλύτερη μαμά, με εικονογράφηση της Σοφίας Τουλιάτου, κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Πατάκη.