Αλεξάνδρα Μητσιάλη, Το μαντίλι με τα τριαντάφυλλα

Γράφει η Αλεξάνδρα Μητσιάλη

Η Αριστούλα και η Αϊσέ περιμένουν, στο αποκαλόκαιρο της Σμύρνης, να γιορτάσουν την ονομαστική γιορτή της ελληνοπούλας.

Στον κόσμο τους, στον κόσμο των παιδιών, όλα συνδέονται με τις προετοιμασίες της γιορτής: το κοραλλί καινούριο φόρεμα, το γλυκό με τα πορτοκάλια και τα μοσχολέμονα που θα ετοιμάσει η Φατιμέ, το μαντίλι με τα τριανταφυλλάκια που η Αριστούλα περιμένει από την Αϊσέ να βγάλει από το κεφάλι της και, όπως έχει υποσχεθεί, να της το χαρίσει.

Την ίδια στιγμή, στον κόσμο των ενηλίκων όλα συνδέονται με ψιθύρους που μεταφέρουν κακά μαντάτα, με γειρτούς ώμους που μοιάζουν να σηκώνουν το βάρος του κόσμου ολόκληρου, με ερωτήματα που δεν έχουν απάντηση, με βαλίτσες που περιμένουν παραταγμένες στον διάδρομο την κατάλληλη ώρα.

Στον κόσμο των παιδιών οι αγκαλιές των μανάδων στα δυο σπίτια ανοίγουν το ίδιο μυρωδάτες και παρήγορες. Οι αγαπημένες κούκλες μιλούν στη γλώσσα της παιδικής ηλικίας που ακούγεται κοινή. Το κραγιόν της Ελληνίδας μητέρας και τα κεφαλομάντιλα της Τουρκάλας γιαγιάς είναι τα κρυφά παιχνίδια των κοριτσιών που θέλουν να γίνουν για λίγο μεγάλες.

Στον κόσμο των ενηλίκων, όμως, τα κεφαλομάντιλα, όπως και άλλα αντικείμενα, είναι εθνικά και θρησκευτικά σύμβολα, διακριτικά σημάδια που, όταν έρθει η στιγμή, ξεχωρίζουν τους «δικούς» από τους «άλλους», που τραβούν διαχωριστικές γραμμές εκεί όπου πριν λίγο οι άνθρωποι μοιράζονταν ειρηνικά τη ζωή τους, διαχωριστικές γραμμές που τα παιδιά δεν μπορούν να καταλάβουν γιατί δεν έχουν «μυηθεί» ακόμα στη λογική των ταξινομητικών σχημάτων και των σχέσεων κυριαρχίας που έχει κατασκευάσει η εξουσιαστική λογική που κυριαρχεί στον κόσμο.

Τι γίνεται όμως όταν τα παιχνίδια των παιδιών μπερδέψουν τα αναγνωριστικά σημάδια; Τι γίνεται όταν τα κεφαλάκια των κοριτσιών παρουσιαστούν μπροστά στα μάτια του πολέμου, του φανατισμού και της βίας με τρόπο μη αναμενόμενο; Τι γίνεται όταν τα «διαβατήρια» για τη ζωή ή τον θάνατο αλλάξουν ξαφνικά χέρια;

 Νομίζω ότι αυτό το βιβλίο μιλά για το πανανθρώπινο και διαχρονικό αίτημα των ανθρώπων και των λαών να ζήσουν συμφιλιωμένοι μια ειρηνική ζωή απολαμβάνοντας τον όμορφο κόσμο που τους περιβάλλει.

Νομίζω ότι η Αριστούλα και η Αϊσέ γίνονται οι ίδιες σε αυτή την ιστορία όχι τα σύμβολα της παιδικής αθωότητας, με την οποία αυτονόητα ταυτίζουμε τα παιδιά, αλλά τα σύμβολα μιας βαθιάς ανθρώπινης αίσθησης ότι οι άνθρωποι ανεξάρτητα από φυλή, έθνος, θρησκεία έχουμε τις ίδιες ανάγκες και μπορούμε να ζήσουμε μονοιασμένοι. Της αίσθησης ότι τα σύμβολα που διαχωρίζουν τους ανθρώπους και χαράζουν αδιάβατα σύνορα ανάμεσά τους δεν προέρχονται από μια φυσική τάξη πραγμάτων που υπήρχε από πάντα και στην οποία δεν μπορούμε παρά να υποκύψουμε, αλλά ότι είναι δημιουργήματα ανθρώπινα και όπως δημιουργούνται, έτσι μπορούν και να αλλάξουν.

Ο κόσμος της χαράς, των χρωμάτων, των παιχνιδιών, της φιλίας που μοιράζονται η Αριστούλα και η Αϊσέ, ο κόσμος που δεν έχει τίποτα να χωρίσει αλλά πάρα πολλά να μοιραστεί και ν’ απολαύσει από κοινού είναι ο επιθυμητός.

Ο κόσμος όπου οι διαφορές ανάμεσα στους ανθρώπους και στους πολιτισμούς εμπλουτίζουν και δεν απειλούν είναι ο κόσμος όπου τα παιδιά θα μπορούσαν να ζουν ήσυχα κι ευτυχισμένα και μαζί με αυτά και οι ενήλικες.